- Λαντσόου
- (Lanchow). Πόλη (1.197.200 κάτ. το 2003) της βορειοδυτικής Κίνας, πρωτεύουσα της επαρχίας Κανσού. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1.560 μ., στις όχθες του ποταμού Xουάνγκ Xο, κοντά στο Mεγάλο Tείχος. Είναι σημαντικό κέντρο μεταφορών και συνδέεται σιδηροδρομικώς με πολλές μεγάλες πόλεις της Κίνας. Στην πόλη αυτή λειτουργούν βιομηχανικές επιχειρήσεις λιπασμάτων, παραγωγής σιδηροδρομικού υλικού, ηλεκτρικών συσκευών καθώς και σύγχρονα διυλιστήρια πετρελαίου των κοιτασμάτων της Kανσού, της Σινκιάνγκ και της Tσαϊντάμ. Διαθέτει επίσης συγκροτήματα χαλυβουργίας και μεταλλουργίας (αλουμίνιο), εργοστάσια τσιμέντου, ένα συγκρότημα χημικού και πετρελαϊκού εξοπλισμού και εργαλειομηχανών, χημικών προϊόντων και μηχανουργίας. Τα βιομηχανικά συγκροτήματα εφοδιάζονται με ενέργεια από ένα τεράστιο υδροηλεκτρικό σταθμό που έχει κατασκευαστεί στον ποταμό Xουάνγκ Xο. Αποτελεί επίσης κέντρο πανεπιστημιακών σπουδών και διαθέτει μεγάλο καλλιτεχνικό πλούτο (ναοί, τζαμιά αλλά και κοσμικά κτίρια). Ιστορία. Από την εποχή των Xαν, όταν ονομαζόταν Χρυσή Πόλη, αποτέλεσε την κυριότερη πύλη επικοινωνίας ανάμεσα στην Κίνα και στις περιοχές της Δύσης. Επειδή διασχιζόταν από τον δρόμο του μεταξιού, που προερχόταν από τη Σιάν μέσω της κοιλάδας του Oυέι Xο και συνέχιζε προς την Kανσού και τη Σινκιάνγκ, σημείο συνάντησης των καραβανιών για τη Nινγκσιά και τη Μογγολία από τη μια πλευρά και για την Tσινγκχάι και το Θιβέτ από την άλλη, η πόλη έλεγχε το εμπόριο της Κίνας με την ενδοχώρα και η κατοχή της είχε τεράστια στρατηγική και οικονομική σπουδαιότητα. Για τον λόγο αυτό διέθετε φρουρά, την περιέβαλαν τείχη και την προστάτευαν φρούρια που ήταν χτισμένα στους γύρω λόφους.
Dictionary of Greek. 2013.